Μπιαλιστόκ

Μπιαλιστόκ
(Bialystok). Πόλη (286.365 κάτ.) της βορειοανατολικής Πολωνίας, πρωτεύουσα του ομώνυμου βοϊβοδάτου (10.053 τ. χλμ.). Βρίσκεται κοντά στα σύνορα με τη Λευκορωσία και είναι μια από τις σπουδαιότερες βιομηχανικές πόλεις της Πολωνίας (ιδίως στους τομείς υφαντουργίας, βυρσοδεψίας και μηχανών), αλλά και σημαντικός σιδηροδρομικός κόμβος της διεθνούς γραμμής Βαρσοβίας - Βίλνας - Λένινγκραντ. Οι αρχές του Μ. ανάγονται στον 14o αι.· περιήλθε διαδοχικά στην Πολωνία, στην Πρωσία και στη Ρωσία. Με τη συνθήκη ειρήνης της Ρίγας (1921) αποδόθηκε στην Πολωνία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Βερτόφ, Τζίγκα — (Dziga Vertov, Μπιαλιστόκ, Πολωνία 1896 – Μόσχα 1954). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του πολωνοεβραϊκής καταγωγής Ρώσου σκηνοθέτη, μοντέρ και θεωρητικού του κινηματογράφου Ντένις Αρκαντίεβιτς Κάουφμαν (Dennis Arkadievitch Kaufman, της γνωστής… …   Dictionary of Greek

  • Ζάμενχοφ, Λούντβικ Λαζάρ — (Ludwik Lejzer Zamenhof, Μπιαλιστόκ 1859 – Βαρσοβία 1917). Πολωνός γιατρός και γλωσσολόγος, εβραϊκής καταγωγής. Σπούδασε στη Βαρσοβία, στη Μόσχα και στη Βιέννη. Το 1887 δημοσίευσε σχέδιο για τη δημιουργία μιας διεθνούς γλώσσας και έγραψε το… …   Dictionary of Greek

  • Λιτβίνοφ, Μαξίμ Μαξίμοβιτς — (Maksim Maksimovich Litvinov, Μπιαλιστόκ 1876 – Μόσχα 1951). Ρώσος πολιτικός, εβραϊκής καταγωγής. Καταγόταν από αστική εβραϊκή οικογένεια, εργάστηκε στην αρχή ως λογιστής σε εργοστάσιο και το 1899 συνελήφθη για πρώτη φορά με την κατηγορία της… …   Dictionary of Greek

  • Παγκόσμιοι πόλεμοι — Οι δύο πόλεμοι, ο A» Παγκόσμιος πόλεμος (1914 18) και ο B» Παγκόσμιος πόλεμος (1939 45), στους οποίους συμμετείχαν οι κυριότερες δυνάμεις του κόσμου. Α’ Παγκοσμιος πόλεμος. Ποτέ, στην υπερχιλιετή ιστορία της, η Ευρώπη δεν έφτασε σε τόσο υψηλό… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”